Την κυριλέ καφετέρια την κληρονόμησε από το μπαμπά του ο Πέτρος. Από την πρώτη μέρα που την ανέλαβε πλακώθηκε σε μια γενναία και πολυέξοδη ανακαίνιση: Τραπέζια από καρυδιά, μπαρ από μαόνι, καρέκλες με δέρμα και βελούδο. Στην επαρχία βέβαια η καφετέρια, αλλά μαγαζί γωνία. Στην αρχή κάθε σεζόν έφερνε και συγκροτήματα από το εξωτερικό. Στόχο είχε να γίνει στέκι και των πρωτευουσιάνων. Αλλάζει λοιπόν και τις σερβιτόρες, φέρνει κάτι ακριβές τριζάτες εξωτικές, κλείνει και κάτι μικρούλες, κρατάει και τις καλύτερες που είχε! Τις καλύτερες προδιαγραφές είχε το μαγαζί!
Πλησίαζε ο καιρός για να ανοίξει επίσημα και φιλικά το επισκέφθηκαν κάποιοι φίλοι, παλιοί θαμώνες, και έπαθαν τη πλάκα τους! Όταν όμως κάθισαν και έδωσαν την παραγγελία τα είδαν όλα άσπρα: Οι σερβιτόρες αργοβάδιζαν, άλλες το έπαιζαν ντίβες, ο καφές άνοστος, η μπύρα ζεστή! Σε άλλα τραπέζια πήγαιναν δύο και σε άλλα κανένας!
-Τί έγινε ρε παιδιά; ρωτάει ο Σπύρος.
-Τά ’χωσε ο Πετράκης, αναλαμβάνει να εξηγήσει ένας παλιός, αλλά άφησε τη διεύθυνση του μαγαζιού στον Τάκη που δούλευε στη Ψησταριά «40 Παλληκάρια». Καλό παιδί, φιλότιμο, έντιμο, αλλά ούτε ξένες γλώσσες ξέρει, ούτε κομπιούτερ, ούτε τη ταμειακή καλά-καλά! Άσε το πιο βασικό: του’χει πάρει τον αέρα το προσωπικό και καθένας εξυπηρετεί όπως τον βολεύει και χαλαρά. Πάμε να φύγουμε ρε! Αυτό το έργο το έχουμε ξαναδεί!
Παίρνει χαμπάρι το σκηνικό ο Τάκης που τώρα πια από «ψιτ, παιδί!» λεγόταν «κόουτς» -είχε και ταμπελάκι- και αγχωμένος τους σταματάει στην πόρτα:
-Μη βιάζεστε ρε παιδιά, εγώ βλέπω ότι το προσωπικό προσπαθεί και τρέχει, αλλά να… δεν έχει βρει ρυθμό, καταλαβαίνετε… είναι και που κουράστηκαν να πλύνουν τα ποτήρια! Σε δέκα μέρες στα εγκαίνια, πάντως, θα πετάνε! Σας το υπόσχομαι! Μα τον Άη Σωκράτη!
-Μακάρι, αλλά δεν το βλέπω! είπε πάλι ο παλιός. Αλλά δεν φταις εσύ!... μουρμούρισε. Για την ώρα, καλύτερα να πίνω τον καφέ στο σπίτι…
Ετικέτες Ευρώπη, θρύλος, πρωτάθλημα
Καλλεs δουλειεs στο μαγαζι ,και για το δικο μαs ακομα καλλιτερεs...